Εἶπεν ὁ Κύριος·
Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὁ τὸν λόγον μου ἀκούων καὶ πιστεύων τῷ πέμψαντί με ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν.
Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ νεκροὶ ἀκούσονται τῆς φωνῆς τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ ἀκούσαντες ζήσονται· ὥσπερ γὰρ ὁ πατὴρ ἔχει ζωὴν ἐν ἑαυτῷ, οὕτως ἔδωκε καὶ τῷ υἱῷ ζωὴν ἔχειν ἐν ἑαυτῷ· καὶ ἐξουσίαν ἔδωκεν αὐτῷ καὶ κρίσιν ποιεῖν, ὅτι υἱὸς ἀνθρώπου ἐστί.
Μὴ θαυμάζετε τοῦτο· ὅτι ἔρχεται ὥρα ἐν ᾗ πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς αὐτοῦ, καὶ ἐκπορεύσονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως.
Οὐ δύναμαι ἐγὼ ποιεῖν ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐδέν. Καθὼς ἀκούω κρίνω, καὶ ἡ κρίσις ἡ ἐμὴ δικαία ἐστίν· ὅτι οὐ ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Εἶπε ὁ Κύριος:
«Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἀκούει τὸν λόγον μου καὶ πιστεύει εἰς ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε ἔχει ζωὴν αἰώνιον καὶ δὲν μέλλει νὰ περάσῃ ἀπὸ κρίσιν ἀλλὰ ἔχει μεταβῆ ἀπὸ τὸν θάνατον εἰς τὴν ζωήν.
Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ἔρχεται ὥρα, καὶ ἤδη ἦλθε, ποὺ οἱ νεκροὶ θὰ ἀκούσουν τὴν φωνὴν τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ἀκούσουν θὰ ζήσουν. Διότι, ὅπως ὁ Πατέρας ἔχει μέσα του ζωήν, ἔτσι ἔδωκε καὶ εἰς τὸν Υἱὸν νὰ ἔχῃ μέσα του ζωήν. Καὶ ἔδωκε εἰς αὐτὸν ἐξουσίαν καὶ νὰ δικάζῃ, διότι εἶναι Υἱὸς ἀνθρώπου.
Μὴ ἐκπλήττεσθε γι’ αὐτό, διότι ἔρχεται ὥρα, ποὺ ὅλοι, ὅσοι θὰ βρίσκωνται εἰς τὰ μνημεῖα θὰ ἀκούσουν τὴν φωνήν του καὶ θὰ βγοῦν ἔξω, ἐκεῖνοι μὲν ποὺ ἔκαναν τὸ καλὸ θὰ ἀναστηθοῦν διὰ ζωήν, ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔκαναν τὸ κακὸ θὰ ἀναστηθοῦν διὰ καταδίκην.
Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ κάνω τίποτε ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μου. Καθὼς ἀκούω κρίνω καὶ ἡ δική μου κρίσις εἶναι δικαία, διότι δὲν ἐπιδιώκω τὸ θέλημά του, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα ποὺ μὲ ἔστειλε.»