Εἶπεν ὁ Κύριος· ἐγὼ ὑπάγω καὶ ζητήσετέ με, καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν.
Ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· μήτι ἀποκτενεῖ ἑαυτόν, ὅτι λέγει, ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν; Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰμί·ὑμεῖς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν· ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι, ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν.
Ἔλεγον οὖν αὐτῷ· σὺ τίς εἶ; καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· τὴν ἀρχὴν ὅ,τι καὶ λαλῶ ὑμῖν.
Πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν· ἀλλ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστι, κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ' αὐτοῦ, ταῦτα λέγω εἰς τὸν κόσμον. Οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν.
Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ ἀπ' ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατήρ μου, ταῦτα λαλῶ. Καὶ ὁ πέμψας με μετ' ἐμοῦ ἐστιν· οὐκ ἀφῆκέ με μόνον ὁ πατήρ, ὅτι ἐγὼ τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ποιῶ πάντοτε.
Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν.
Απόδοση στη νεοελληνική:
Εἶπε ὁ Κύριος: «Ἐγὼ φεύγω καὶ θὰ μὲ ζητήσετε ἀλλὰ θὰ πεθάνετε μέσα στὴν ἁμαρτία σας. Ὅπου πάω ἐγώ, δὲν μπορεῖτε σεῖς νὰ ἔλθετε».
Τότε εἶπαν οἱ Ἰουδαῖοι, «Μήπως θὰ αὐτοκτονήσῃ; Διότι λέγει, «Ὅπου πάω ἐγώ, δὲν μπορεῖτε σεῖς νὰ ἔλθετε». Καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε, «Σεῖς εἶσθε ἐκ τῶν κάτω, ἐγὼ εἶμαι ἐκ τῶν ἄνω. Σεῖς εἶσθε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμον, ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν. Διὰ τοῦτο εἶπα ὅτι θὰ πεθάνετε μέσα στὶς ἁμαρτίες σας, διότι ἐὰν δὲν πιστέψετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι, θὰ πεθάνετε μέσα στὶς ἁμαρτίες σας».
Τότε ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν, «Σὺ ποιός εἶσαι;» καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Ὅ,τι σᾶς λέγω ἀπὸ τὴν ἀρχήν.
Ἔχω πολλὰ νὰ πῶ γιὰ σᾶς καὶ νὰ σᾶς κατακρίνω. Ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλε λέγει τὴν ἀλήθειαν καὶ ὅσα ἐγὼ ἄκουσα ἀπὸ αὐτόν, αὐτὰ λέγω εἰς τὸν κόσμον». Δὲν ἐκατάλαβαν ὅτι τοὺς μιλοῦσε διὰ τὸν Πατέρα.
Ὁ Ἰησοῦς λοιπὸν τοὺς εἶπε, «Ὅταν θὰ ὑψώσετε τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε θὰ γνωρίσετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι καὶ ὅτι δὲν κάνω τίποτε ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μου ἀλλὰ καθὼς ὁ Πατέρας μου μὲ ἐδίδαξε, αὐτὰ λέγω. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔστειλε εἶναι μαζί μου, δὲν μὲ ἄφησε μόνον ὁ Πατέρας, διότι ἐγὼ κάνω πάντοτε ὅσα τοῦ εἶναι ἀρεστα».
Ἐνῷ ἔλεγε αὐτά, πολλοὶ ἐπίστεψαν σ’ αὐτόν.